Sunday 21 April 2024
Αντίβαρο
Γιάννης Κολοβός Μεταναστευτικό Πολιτική & Κοινωνία

Το σχέδιο νόμου περί ιθαγένειας και οι ευσεβείς πόθοι για την ενσωμάτωση των μεταναστών

 Γράφει ο Γιάννης
Κολοβός*

 

Πολλές συζητήσεις έχει προκαλέσει το Σχέδιο Νομοθετικής
Πρωτοβουλίας της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με τίτλο «Πολιτική συμμετοχή ομογενών και
αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα και μακροχρόνια στην
Ελλάδα», το οποίο δόθηκε στην δημοσιότητα κατά τα τέλη του 2009 (Δελτίο Τύπου
υπουργείου Εσωτερικών, 22/12/2009). Το Σχέδιο αυτό αποτελεί τον τελευταίο κρίκο
σε μία σειρά νομοθετημάτων τα οποία χαρακτηρίζονται είτε από έλλειψη πολιτικής
βούλησης είτε από ευσεβείς πόθους και, εδώ και σχεδόν μία εικοσαετία, όχι μόνο
έχουν αποτύχει να λύσουν το μεταναστευτικό πρόβλημα της χώρας αλλά αντιθέτως
έχουν οδηγήσει στην ραγδαία επιδείνωσή του.

Εν συντομία, το εν λόγω Σχέδιο προβλέπει την δυνατότητα
κτήσης της Ελληνική ιθαγένειας από τέκνο αλλοδαπών που γεννιέται στην Ελλάδα
και ένας από τους γονείς του κατοικεί μόνιμα και νόμιμα στη χώρα επί πέντε
συνεχή έτη και από τέκνο αλλοδαπών που έχει παρακολουθήσει τις τρεις πρώτες
τάξεις υποχρεωτικής εκπαίδευσης σε ελληνικό σχολείο στην Ελλάδα και κατοικεί
μόνιμα στη χώρα. Στην δεύτερη περίπτωση η κτήση της ιθαγένειας γίνεται με την
ενηλικίωσή του εφ’ όσον υποβάλλει σχετική δήλωση και αίτηση εγγραφής στο δημοτολόγιο
του δήμου της μόνιμης κατοικίας του το αργότερο εντός τριετίας από την
συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του. Τέλος, την ελληνική ιθαγένεια μπορεί
να αποκτήσει και το τέκνο αλλοδαπών που έχει ολοκληρώσει την παρακολούθηση έξη τουλάχιστον
τάξεων ελληνικού σχολείου στην Ελλάδα.

Επιπλέον, το ίδιο Σχέδιο προβλέπει ότι ομογενείς και
λοιποί αλλοδαποί υπήκοοι τρίτων χωρών, οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στη χώρα,
έχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας τους και έχουν εγγραφεί στους
ειδικούς εκλογικούς καταλόγους μπορούν ν’ ασκούν το δικαίωμα του εκλέγειν κατά
τις εκλογές της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης εφ’ όσον είναι κάτοχοι
«Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς», ή είναι κάτοχοι άδειας διαμονής
αορίστου χρόνου ή δεκαετούς διάρκειας, ή έχουν υπαχθεί στο καθεστώς των επί
μακρόν διαμενόντων, ή είναι κάτοχοι «Δελτίων Μόνιμης Διαμονής», ή είναι γονείς
ανηλίκων Ελλήνων πολιτών και έχουν συμπληρώσει πενταετή συνεχή και νόμιμη
διαμονή στη χώρα ή έχουν αναγνωρισθεί ως πολιτικοί πρόσφυγες.

Θα μπορούσαν να γραφτούν πολλά που να αναφέρονται στις
λεπτομέρειες αυτού του Σχεδίου. Για παράδειγμα το αν επαρκεί η παρακολούθηση
των τριών πρώτων τάξεων του Δημοτικού ή έξη τάξεων σχολείου για την ανάπτυξη
μίας, έστω και στοιχειώδους, ελληνικής εθνικής συνείδησης σε αλλοδαπούς. Ή θα
μπορούσε να συζητηθεί το ότι το Σχέδιο επί της ουσίας «καταργεί» το καθεστώς
των επί μακρών διαμενόντων καθώς δίνει την δυνατότητα στους αλλοδαπούς να
αποκτήσουν την Ελληνική ιθαγένεια σε πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα. Ή θα
μπορούσε να παρουσιασθεί ο δικαστικός κυκεώνας των ενστάσεων που θα ακολουθεί
μετά από κάθε απόρριψη αίτησης χορήγησης ιθαγένειας, υπερφορτώνοντας έτσι τις
αρμόδιες υπηρεσίες και κάνοντας την σχετική διαδικασία ακόμα πιο χρονοβόρα και οικονομικώς
επαχθή για το Κράτος.

Η ουσία, όμως, του προτεινόμενου νομοθετήματος είναι
αλλού. Το Σχέδιο αυτό μεταβάλλει σε σημαντικό βαθμό τις παραμέτρους ύπαρξης και
λειτουργίας της κοινωνίας μας γιατί: α) αλλάζει τον κώδικα ιθαγένειας
εισάγοντας το «δίκαιον του εδάφους» παράλληλα με το ισχύον «δίκαιον του
αίματος» και έτσι μεταβάλλει τους δεσμούς μεταξύ των Ελλήνων πολιτών από
δεσμούς (εν πολλοίς) κοινού πολιτισμού και μίας (πραγματικής ή εικαζόμενης) κοινής
καταγωγής σε δεσμούς συνταγματικού πατριωτισμού και τήρησης των νόμων και β) παρέχει δικαίωμα
ψήφου σε εκατοντάδες χιλιάδες αλλοδαπούς καθιστώντας τους μία πολύ υπολογίσιμη
εκλογική – και επομένως πολιτική – δύναμη στην χώρα. Εννοείται ότι όσοι
αλλοδαποί αποκτήσουν την Ελληνική ιθαγένεια θα αποκτήσουν και το δικαίωμα του
εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις εθνικές εκλογές. Η αντίστοιχη εμπειρία από
άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης έχει δείξει ότι οι μειονοτικοί ψηφοφόροι
ψηφίζουν με βάση τα στενά συμφέροντα της δικής τους εθνοτικής και θρησκευτικής
κοινότητας πιέζοντας έτσι για την επίτευξη δικών τους πολιτικών και
πολιτισμικών στόχων. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι τα κράτη που συστήθηκαν με βάση
τον συνταγματικό πατριωτισμό (πχ. η ΕΣΣΔ, η Γιουγκοσλαβία, η Τσεχοσλοβακία,
ακόμα και το…Βέλγιο) έχουν αποδειχθεί πολύ πιο εύθραυστα από εκείνα που
βασίζονται εν πολλοίς σε μία κοινότητα καταγωγής και πολιτισμού.

Τα μέτρα για την κτήση της ιθαγένειας υπολογίζεται ότι
αφορούν σήμερα περίπου 250.000 παιδιά μεταναστών ενώ τα μέτρα για το δικαίωμα
ψήφου στις δημοτικές εκλογές υπολογίζεται ότι αφορούν 160.000 ομογενείς και
90.000 μετανάστες (Τα Νέα, 23/12/2009). Αυτονόητο είναι ότι λόγω της αυξημένης
γεννητικότητας των μεταναστών οι αριθμοί αυτοί θα αυξάνονται με την πάροδο του
χρόνου. Σύμφωνα με πρόβλεψη του πρώην καθηγητή της ΑΣΟΕΕ κ. Μανώλη Δρεττάκη με βάση
τις σημερινές μεταναστευτικές εισροές, οι μετανάστες θα αποτελούν σχεδόν το εν
τρίτον των οικονομικά ενεργών ηλικιών του πληθυσμού της χώρας το 2060. Πιό
συγκεκριμένα, το 2060 οι μετανάστες θα αποτελούν σχεδόν το 32% του πληθυσμού
ηλικίας 0-14 ετών και πάνω από το 29% του πληθυσμού ηλικίας 15-64 ετών
(Ελευθεροτυπία, 3/12/2009).

 

 

Ιθαγένεια και κοινωνική ενσωμάτωση

 

Η εισαγωγή των
προτεινόμενων διατάξεων δεν προκύπτει από την ανάγκη εναρμόνισης της ελληνικής
νομοθεσίας με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή καθώς η χώρα μας έχει ενσωματώσει στο
εθνικό δίκαιο όλες τις σχετικές οδηγίες της ΕΕ. Το Σχέδιο Νομοθετικής
Πρωτοβουλίας της κυβέρνησης είναι ξεκάθαρα μία δική της έμπνευση προκειμένου να
προωθήσει την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών (δες και σχετική αναφορά της
υφυπουργού Εσωτερικών κ. Θεοδώρας Τζάκρη – Δελτίο Τύπου υπουργείου Εσωτερικών,
16/12/2009). Όμως, όπως έχει καταδειχθεί από την εμπειρία άλλων κοινωνιών της
Δυτικής Ευρώπης, ούτε η κτήση ιθαγένειας ούτε το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι
αποτελούν αναγκαία ή ικανή συνθήκη για την επίτευξη της κοινωνικής ενσωμάτωσης.
Οι βομβιστές του Λονδίνου ήταν Βρετανοί πολίτες, γέννημα-θρέμμα της χώρας, από
μεσοαστικές οικογένειες και ενσωματωμένοι – φαινομενικά όπως αποδείχθηκε. Το
ίδιο ισχύει και για τους μεταναστευτικής καταγωγής Γάλλους πολίτες που
προκαλούν ταραχές στα γαλλικά προάστια.

 

Αυτό που
παραγνωρίζει η κυβέρνηση είναι ότι η κοινωνική ενσωμάτωση δεν επιτυγχάνεται
μόνο με νομοθετικά διατάγματα και με ευσεβείς πόθους αλλά, προκειμένου αυτή να
συντελεσθεί, θα πρέπει να έχουν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες και να
συντρέχουν κάποιες προϋποθέσεις. Πιο συγκεκριμένα, η κοινωνική ενσωμάτωση εξαρτάται
από τις σχετικές στάσεις του γηγενούς και του μεταναστευτικού πληθυσμού αλλά
και από την δυνατότητα του μεταναστευτικού πληθυσμού να ενσωματωθεί. Με απλά
λόγια, για να επιτευχθεί η κοινωνική ενσωμάτωση θα πρέπει ο φιλοξενούν
πληθυσμός να είναι δεκτικός και θετικά διακείμενος προς τον μεταναστευτικό
πληθυσμό αλλά και ο μεταναστευτικός πληθυσμός να θέλει πραγματικά να
ενσωματωθεί πλήρως και να μπορεί να ενσωματωθεί στην κοινωνία υποδοχής.
Σημαντικό ρόλο στα προαναφερθέντα παίζει τόσο το μέγεθος του μεταναστευτικού
πληθυσμού όσο και η πολιτισμική του εγγύτητα με τον γηγενή πληθυσμό.

 

Η κυβερνητική
πρωτοβουλία παραβλέπει, λοιπόν, το γεγονός ότι, σύμφωνα με προσφάτως
δημοσιευθέντα στοιχεία της
Eurostat, το ποσοστό των αλλοδαπών στην χώρα μας (8,1%) είναι πολύ υψηλότερο από
τον μέσο όρο της ΕΕ (6,2%) αλλά και ότι το ποσοστό των αλλοδαπών που
προέρχονται από χώρες εκτός ΕΕ και βρίσκονται στην χώρα μας (6,7%) είναι επίσης
πολύ υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (3,9%). Μάλιστα, το 64% των αλλοδαπών
στην χώρα μας προέρχονται από μία, και μάλιστα γειτονική, χώρα την Αλβανία (Το
Βήμα, 17/12/2009).

 

Οι αποτυχημένοι χειρισμοί του μεταναστευτικού προβλήματος της χώρας
τόσο από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όσο και από εκείνες της ΝΔ έχουν προκαλέσει
μεγάλη ανασφάλεια καθώς, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της
Kapa Research, το 51,6% των Ελλήνων θεωρεί
την παρουσία των μεταναστών στην χώρα ως «απειλή» ενώ ως ευκαιρία την
αντιλαμβάνεται μόλις το 30,6%. Επιπλέον, το 79,3% των Ελλήνων θεωρεί ότι οι
μετανάστες που ζουν στην χώρα μας είναι «πάρα πολλοί», το 65,3% των Ελλήνων
αισθάνεται ότι «κινδυνεύει» και μόλις το 29,6% αισθάνονται «ασφαλείς» (Αυγή,
25/12/2009).
Αξίζει να υπενθυμισθεί ότι μεγάλη έρευνα της ίδιας εταιρείας
σε δείγμα 10.000 Ελλήνων, η οποία διεξήχθη προ διετίας, μέτρησε και τα
αισθήματα συμπάθειας που δείχνουν οι Έλληνες για τις διάφορες εθνότητες που
βρίσκονται στην χώρα. Σύμφωνα με τα ευρήματα, στην κλίμακα 1 ως 10 (όπου 1
σημαίνει «καμμία απολύτως συμπάθεια» και 10 σημαίνει «πολύ μεγάλη συμπάθεια»),
οι Αλβανοί τοποθετούνται στο 3,51, οι Ρουμάνοι στο 4,18, οι Βούλγαροι στο 4,27,
οι Ρώσοι στο 4,99, οι Κινέζοι και οι Πακιστανοί στο 5,25, οι Κούρδοι στο 5,39,
οι Πολωνοί στο 5,43 και οι Φιλιππινέζοι στο 5,90 (Βήμα Ιδεών, τεύχος 8,
Δεκέμβριος 2007). Πώς, λοιπόν, θα επιτευχθεί η ενσωμάτωση όταν ο γηγενής
πληθυσμός εμφορείται από αρνητικές στάσεις απέναντι στους μετανάστες και
εκφράζει έντονη αντιπάθεια για την μεγαλύτερη μεταναστευτική ομάδα, τους
Αλβανούς;

 

Επιπλέον, η κυβέρνηση φαίνεται να παραβλέπει την ανεργία που τα
τελευταία χρόνια πλήττει τους αλλοδαπούς σε μεγαλύτερο ποσοστό απ’ ότι τους
Έλληνες (9,8% έναντι 9,2% αντιστοίχως – δες σχετικό Δελτίο Τύπου ΕΣΥΕ,
17/12/2009). Πώς, λοιπόν, φιλοδοξεί η κυβέρνηση ότι θα ενσωματώσει έναν μεγάλο
και αυξανόμενο αλλοδαπό πληθυσμό σημαντικό τμήμα του οποίου δεν θα έχει, σε
ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό, ούτε την δυνατότητα της στοιχειώδους οικονομικής
συντήρησης;

 

Τέλος, η κυβέρνηση φαίνεται να
μην λαμβάνει υπ’ όψιν της τα αυξημένα προβλήματα ενσωμάτωσης αλλά και έντονης
ριζοσπαστικοποίησης των μουσουλμανικών μεταναστευτικών πληθυσμών που έχουν
εγκατασταθεί σε άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης καθώς δεν δείχνει να
προβληματίζεται από την αυξημένη εισροή και εγκατάσταση στην χώρα μας
μουσουλμανικών πληθυσμών είτε λιγότερο θρήσκων (πχ. Αλβανοί) είτε περισσότερο
(πχ. Πακιστανοί, Μπαγκλαντεσιανοί, Αφγανοί κλπ). Για την παράμετρο αυτή αξίζει
να υπενθυμισθεί ότι στο
πόρισμα της
διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας («Βουλή των Ελλήνων – Διακομματική
Κοινοβουλευτική Επιτροπή για την μελέτη του δημογραφικού προβλήματος της χώρας
και διατύπωση προτάσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του
» [ΠΟΡΙΣΜΑ],
Αθήνα: Φεβρουάριος 1993) επισημαινόταν ότι: «Ιδιαίτερη προσοχή απαιτεί η είσοδος και η απασχόληση εκατοντάδων
χιλιάδων ξένων μεταναστών νομίμως (και παρανόμως κυρίως) εισελθόντων στη χώρα
μας στις δύο τελευταίες δεκαετίες…Με την
αθρόα είσοδο λαθρομεταναστών-αλλοδαπών κυρίως μουσουλμάνων
από
Αφρικανοασιατικές χώρες, η Ελλάς μεταβάλλεται σε τόπο υποδοχής μεταναστών που δημιουργούν σοβαρά κοινωνικοοικονομικά
προβλήματα
…και δεν μπορούν να προσαρμοστούν προς την ελληνική κοινωνία λόγω
του τελείως διαφορετικού πολιτισμού του Ισλάμ, που δεν είναι μόνο θρησκεία αλλά
και τρόπος ζωής
» (σελ. 15). Όπως, χαρακτηριστικά, αναφερόταν: «Οι
μουσουλμάνοι έχουν άλλα πρότυπα, άλλα ιδανικά και διαμορφώνουν άλλες κοινωνίες
διαφορετικές του δυτικού πολιτισμού
» (σελ. 32).

 

Αντί η κυβέρνηση
να προσπαθήσει πρώτα να θέσει το θέμα των μεταναστευτικών ροών υπό έλεγχο
επιτηρώντας τα σύνορα με αυστηρότητα, αυξάνοντας τους ρυθμούς επαναπροωθήσεων
και επαναπατρισμού και προχωρώντας στην εκτίμηση των αναγκών της αγοράς
εργασίας σε αλλοδαπό εργατικό δυναμικό και των χωρητικοτήτων των υποδομών της
χώρας, εμφανίζεται να προχωρά στην παροχή ιθαγένειας στους μετανάστες χωρίς να
έχει την πλήρη εικόνα και χωρίς να έχει τακτοποιήσει τις υπόλοιπες παραμέτρους
του προβλήματος. Ενδεικτική της ένδειας των κυβερνητικών επιχειρημάτων επί του
θέματος είναι και η άποψη του τέως βοηθού Συνηγόρου του Πολίτη και νυν Γενικού
Γραμματέα Μεταναστευτικής Πολιτικής κ. Ανδρέα Τάκη ο οποίος θεωρεί ότι στην
απόφαση για παροχή ή όχι ιθαγένειας στους μετανάστες θα πρέπει να παραβλεφθεί
το δημόσιο συμφέρον και αυτή να παραχωρηθεί για λόγους…δικαιοσύνης! Κατά τον κ.
Τάκη «Το θέμα όμως δεν είναι αν το δημόσιο συμφέρον ή η
όποια μεταφυσική ουσία του γένους επιβάλλουν
πρακτικά ή επιτρέπουν να κάνουμε τους αλλοδαπούς Έλληνες
, αλλά το αν υπάρχουν λόγοι δεσμευτικοί, λόγοι
δικαιοσύνης
για τους οποίους πρέπει να το κάνουμε, ασχέτως συμφέροντος ή εθνοφοβικών ιδεοληψιών. Τέτοιοι λόγοι πιστεύω ότι υπάρχουν
» (Αυγή, 24/1/2010).

 

 

Η ψήφος στις δημοτικές εκλογές

 

Αναφορικά με το θέμα της χορήγησης στους μετανάστες δικαιώματος
συμμετοχής στις τοπικές εκλογές ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου Ξενοφών Κοντιάδης
επισημαίνει ότι «στην περίπτωση της ψήφου
των μεταναστών δεν υφίσταται ούτε συνταγματική ούτε διεθνής ούτε
ευρωπαϊκή-κοινοτική δέσμευση του κράτους να κατοχυρώσει ένα τέτοιο δικαίωμα
»
(Ελευθεροτυπία 31/12/2009). Επιπλέον, έχουν εγερθεί ενστάσεις ως προς την
συνταγματικότητα του συγκεκριμένου σκέλους του Σχεδίου Νόμου τόσο από την
επίκουρη καθηγήτρια Συγκριτικού Δημοσίου Δικαίου κ. Νέδα Κανελλοπούλου (Το Βήμα,
24/1/2010) όσο και από τον καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου κ. Δημήτρη Τσάτσο
(Επίκαιρα, τ. 15, 28/1-3/2/2010). Πάντως, ο τελικός σκοπός του ΠΑΣΟΚ φαίνεται
να είναι άλλος. Κατά την ομιλία του στα πλαίσια του 3ου Παγκόσμιου
Forum για την Μετανάστευση και την Ανάπτυξη ο υπουργός Εσωτερικών κ. Γιάννης Ραγκούσης
έκανε λόγο για «διαρκές βάθεμα της
συμμετοχής των μεταναστών με την ψήφο τους κατ’
αρχήν
(
sic) σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης» (Δελτίο Τύπου υπουργείου Εσωτερικών, 4/11/2009). Φαίνεται, δηλαδή, ότι
για την κυβέρνηση η παροχή στους μετανάστες δικαιώματος ψήφου για τις τοπικές
εκλογές είναι μόνο η αρχή και, προφανώς, ο απώτερος στόχος της είναι η μελλοντική
επέκταση του δικαιώματος αυτού και για τις εθνικές εκλογές.

 

Το εκλογικό σώμα
των μεταναστών θα αποτελεί προνομιακό χώρο υποστήριξης του ΠΑΣΟΚ και αυτό
εξηγεί και την σπουδή που δείχνει το κυβερνόν κόμμα προκειμένου να ικανοποιήσει
σε σημαντικό βαθμό την ατζέντα των μεταναστευτικών κοινοτήτων και των φιλομεταναστευτικών
ομάδων πίεσης. Οι έξαλλοι πανηγυρισμοί των μεταναστών για την νίκη του ΠΑΣΟΚ
την βραδιά των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών ήταν ενδεικτικοί και όπως
φαίνεται…απολύτως δικαιολογημένοι. Αξίζει να υπενθυμισθεί ότι μία ένδειξη για
το προς τα που θα κατευθυνθεί μία ενδεχόμενη ψήφος των μεταναστών σε
βουλευτικές εκλογές μάς δόθηκε από μία δημοσκόπηση για την πρόθεση ψήφου τους
κατά την προεκλογική περίοδο του 2000 (Έψιλον, τεύχος 469, 2/4/2000). Σύμφωνα
με τα ευρήματα, αν είχαν δικαίωμα ψήφου, οι μετανάστες θα ψήφιζαν ως εξής:

ΠΑΣΟΚ – 59.4%

Νέα Δημοκρατία – 7.5%

ΚΚΕ – 3.7%

Συνασπισμός – 2.6%

ΔΗΚΚΙ – 0.3%

 

 

Μία ακόμα εκ των υστέρων νομιμοποίηση;

 

Στην προαναφερθείσα ομιλία του κ. Ραγκούση περιλαμβανόταν
και μία άλλη εξαγγελία για την οποία δεν έχει κάνει αναφορά ο πρωθυπουργός αλλά
θα πρέπει να την έχουμε υπ’ όψιν μας. Πιο συγκεκριμένα ο κ. Ραγκούσης έκανε
λόγο για «ανάσυρση του σκοτεινού αριθμού των ‘παρανόμων’ [μεταναστών] στην
επιφάνεια της κοινωνικής ζωής
από
το απόλυτο περιθώριο, την ανομία και την εκμετάλλευση
». Βεβαίως, αυτή η
εξαγγελία είναι γενικόλογη και το τι εννοεί με αυτήν ο υπουργός επιδέχεται
ερμηνείας. Πιο διαφωτιστικός είναι ο Γενικός Γραμματέας Μεταναστευτικής Πολιτικής
κ. Ανδρέας Τάκης ο οποίος υποστηρίζει ότι «στους μετανάστεςχωρίς
χαρτιά’ των οποίων δεν είναι εφικτή η απομάκρυνση και για όσο χρόνο συνεχίζεται
η κατάσταση αυτή, είναι ανάγκη να αποδοθεί…καθεστώς προσωρινής παραμονής (υπό
ανοχήν)
, το οποίο θα προσφέρει μεν δέσμη δικαιωμάτων ικανών για την
ανάσυρσή τους από το κοινωνικό περιθώριο και την εξαθλίωση, χωρίς όμως να τους
εξομοιώνει με τους κατόχους τίτλων παραμονής, ιδίως όσον αφορά τις προοπτικές
της ένταξης και της οικογενειακής συνένωσης. Ταυτόχρονα, το καθεστώς αυτό…θα
μπορούσε να συνεπάγεται και σοβαρούς περιοριστικούς όρους σε ό,τι αφορά τη
διαμονή και την εργασία τους. Τέτοιοι όροι θα επιτρέπουν στη διοίκηση, σεβόμενη
στο ακέραιο τα δικαιώματά τους, να διαθέτει μια σαφή εποπτεία και έλεγχο των
αριθμών και της κίνησης του σχετικού πληθυσμού, αλλά και να αποτρέψει τη
γκετοποίηση και την υποβάθμιση σημαντικού αριθμού περιοχών της χώρας. Μόνον
άλλωστε αυτό, θα καταστήσει πρακτικά εφικτό σε ορατό μέλλον το ενδεχόμενο να
μοιραστεί ακριβοδίκαια το βάρος τέτοιου πληθυσμού με τους λοιπούς εταίρους μας
στην Ευρωπαϊκή Ένωση
» (Μεταρρύθμιση, τ. 32, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2009).

 

Όλ’ αυτά, βεβαίως, είναι πολύ γενικόλογα και ομιχλώδη ενώ,
ταυτοχρόνως, περικλείουν κινδύνους για το μέλλον. Για παράδειγμα, η πρόταση του
κ. Τάκη αφορά στην παροχή καθεστώτος προσωρινής παραμονής σε «αρκετές δεκάδες χιλιάδων παρανόμως ήδη
διαμενόντων στη χώρα αλλοδαπών
» ο αριθμός των οποίων θα αυξάνεται κάθε
χρόνο. Άρα η υιοθέτηση αυτής της πρότασης ισοδυναμεί με μία κυλιόμενη ετήσια οιονεί
νομιμοποίηση – έστω και με ειδικό καθεστώς. Πάντως νομιμοποίηση. Δεν θα
αποτελέσει, επομένως, ένα ακόμα κίνητρο για την παράνομη είσοδο αλλοδαπών στην
χώρα μας; Επιπλέον, η πρόταση αυτή δεν φαίνεται να λαμβάνει υπ’ όψιν της τις
επιπτώσεις της εισόδου αυτών των δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στην αγορά εργασίας προκειμένου
«να απασχοληθούν νόμιμα ώστε να
εξοικονομήσουν τα στοιχειώδη προς το ζην
». Δεν θα προκαλέσει αυτό περαιτέρω
πίεση τόσο στους μισθούς όσο και στην απασχόληση ειδικά στους κλάδους της ανειδίκευτης
ή της χαμηλής ειδίκευσης εργασίας; Όπως και να έχει, οι προτάσεις αυτές μπορούν
κάλλιστα να θεωρηθούν ότι περιγράφουν αδρά την σκέψη της κυβέρνησης για μία
ακόμα προσπάθεια μαζικής εκ των υστέρων νομιμοποίησης παρανόμων μεταναστών.

 

Η υφυπουργός Εσωτερικών κ. Τζάκρη, σε συνέντευξή της (Athens News, 26/12/2009), απέκλεισε την παροχή ευκαιρίας εκ των υστέρων νομιμοποίησης
στους παράνομους μετανάστες. Όμως δεν την έχει αποκλείσει καθόλου ο υπουργός
Εργασίας κ. Ανδρέας Λοβέρδος. Αντιθέτως, από το βήμα της Βουλής τόνισε: «Ξέρουμε ότι πρέπει να διευρύνουμε τη βάση
εσόδων του συστήματος. Γι’ αυτό θα
νομιμοποιήσουμε περίπου εκατό χιλιάδες μετανάστες που δουλεύουν σήμερα στη ‘μαύρη’,
αδήλωτη εργασία
» (Πρακτικά Βουλής, 11/12/2009). Την θέση αυτή επανέλαβε
κατά την συζήτηση του προϋπολογισμού υπογραμμίζοντας: «Συνταξιούχοι που εργάζονται ανασφάλιστοι και είναι εκτός συστήματος, μετανάστες που δουλεύουν παράνομα και
θέλουν να τους νομιμοποιήσουν και οι εργοδότες τους και οι ίδιοι. Υπολογίζουμε
από αυτές τις δύο κατηγορίες άνω των διακοσίων χιλιάδων να μπουν στο σύστημα
και να διευρύνουν τη βάση εσόδων του
» (Πρακτικά Βουλής, 22/12/2009).

 

Πάντως, η εκ των υστέρων νομιμοποίηση παρανόμων
μεταναστών δεν αποτελεί λύση για το ασφαλιστικό πρόβλημα της χώρας, όπως ευελπιστεί
ο κ. υπουργός. Το ασφαλιστικό σύστημα χρειάζεται ουσιαστική μεταρρύθμιση και
αναδιαμόρφωση και δεν σώζεται με εμβαλωματικές λύσεις. Όπως χαρακτηριστικά
επισημαίνεται σε σχετική μελέτη του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου
Αιγαίου, η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό του ΙΜΕΠΟ, «Είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε ότι το γεγονός μιας ευνοϊκής δημογραφικής επίπτωσης [λόγω της
εισροής των μεταναστών], αποτελεί μεν
σημαντικό θετικό παράγοντα για το ασφαλιστικό, δεν παύει όμως να είναι
προσωρινή έστω κι αν ο χρονικός ορίζοντας του προσωρινού καλύπτει 20 –25
χρόνια. Με άλλα λόγια, δεν σημαίνει ότι είναι η λύση στο πρόβλημα
. Όπως
αναφέρεται και στα συμπεράσματα της Αναλογιστικής Μελέτης για το ΙΚΑ που έλαβε
χώρα τον Απρίλιο του 2005 μπορεί μεν
εμφανώς η ηλικιακή πυραμίδα ανδρών και γυναικών να βελτιώνεται σημαντικά εάν
προσθέσουμε και τους αλλοδαπούς
(άνδρες και γυναίκες), η επερχόμενη όμως βελτίωση της ηλικιακής πυραμίδας δεν επιφέρει ανάλογα
αποτελέσματα και στον οικονομικό τομέα
. Γεγονός, που σύμφωνα προς την
συγκεκριμένη μελέτη, εστιάζεται στις ολιγότερες ημέρες εργασίας που
πραγματοποιούν οι μετανάστες έναντι των Ελλήνων και στους χαμηλότερους μέσους
μισθούς που απολαμβάνουν…[Κ]αθίσταται φανερό ότι η επίδραση των νεοεισερχομένων είναι ελάχιστη στην ανοδική εξέλιξη του
λόγου εισφορών / παροχών
. Εξέλιξη η
οποία
δεν οριοθετείται και θα
οδηγήσει το ποσό των αναμενόμενων μελλοντικών παροχών να υπερβεί το αντίστοιχο
ποσό των μελλοντικών εισφορών
» («Αναλυτική Μελέτη για τις επιπτώσεις του
Μεταναστευτικού Φαινομένου στην Κοινωνική Ασφάλιση
», Μάρτιος 2007, σελ. 60-61).

 

Επιπλέον, μία προσπάθεια εκ των υστέρων νομιμοποίησης παρανόμων
μεταναστών θα βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την
Μετανάστευση και το Άσυλο το οποίο επικυρώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στην
Σύνοδο Κορυφής που έλαβε χώρα στις 15 και 16 Οκτωβρίου 2008 στις Βρυξέλλες. Στο
Σύμφωνο αυτό υπογραμμίζεται ότι οι εκ
των υστέρων νομιμοποιήσεις δεν θα πρέπει να είναι γενικευμένες
αλλά θα
πρέπει να γίνονται μόνον κατόπιν εξέτασης κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης (σελ.
7) ενώ επισημαίνεται ότι «οι παράνομοι
μετανάστες που βρίσκονται σε έδαφος Κρατών-Μελών πρέπει να εγκαταλείψουν αυτό
το έδαφος
» (σελ. 7) και να υπάρχει «διασφάλιση
ότι οι παράνομοι μετανάστες επιστρέφουν
στις χώρες προέλευσής τους
» (σελ. 4).

 

 

Αντί επιλόγου…

 

Αξίζει να επισημανθεί ότι οι δύο απόψεις (η άποψη υπέρ και η άποψη κατά
των κυβερνητικών προτάσεων) δεν είναι «ισοδύναμες» καθώς η εφαρμογή της μίας ή
της άλλης θα έχει εντελώς διαφορετικής βαρύτητας επιπτώσεις στην ελληνική
κοινωνία. Αν εφαρμοστούν οι κυβερνητικές προτάσεις και αποδειχθούν λανθασμένες
τότε αυτό θα σημαίνει ότι η ελληνική κοινωνία θα έχει καταστήσει ως
«συνιδιοκτήτες» και ως «συναποφασίζοντες» τους μετανάστες και η διόρθωση της
κατάστασης αυτής θα είναι πολύ δύσκολη. Αν η άλλη άποψη – αυτή που αντιτίθεται
στο κυβερνητικό Σχέδιο Νόμου – εφαρμοστεί και αποδειχθεί λανθασμένη, τότε η
ελληνική κοινωνία θα μπορεί πολύ εύκολα να επανορθώσει υιοθετώντας παρόμοια
μέτρα, χωρίς όμως να έχει πληγεί η εθνική και κοινωνική συνοχή της.

 

Οι προτάσεις της
νέας κυβέρνησης για το θέμα των μεταναστών προκαλούν σοβαρούς προβληματισμούς
τόσο για την ορθότητά τους όσο και για τα πραγματικά τους κίνητρα. Επιπλέον,
παρ’ όλο που οι συγκεκριμένες θέσεις του ΠΑΣΟΚ δεν ήταν κρυφές, δεν έτυχαν κάποιας
δημόσιας συζήτησης κατά την πρόσφατη προεκλογική περίοδο κατά την οποία
κυριάρχησε πλήρως το θέμα της οικονομίας. Επομένως τίθεται ένα ουσιαστικό ζήτημα
νομιμοποίησης της κυβερνητικής πολιτικής, εφ’ όσον φυσικά δεν θεωρούμε ότι οι
ψηφοφόροι δίνουν στην εκάστοτε κυβέρνηση «λευκή επιταγή» για τέσσερα χρόνια. Οι
επιπτώσεις του προτεινόμενου Σχεδίου Νόμου για το μέλλον της χώρας μας θα είναι
σημαντικές και η συζήτησή του στην Βουλή θα είναι διαφωτιστική ως προς τις
θέσεις όλων των κομμάτων. Οι Έλληνες που ενδιαφέρονται για το θέμα θα πρέπει να
ενημερωθούν και να αξιολογήσουν την στάση και τις τοποθετήσεις των κομμάτων,
των αρχηγών τους αλλά και κάθε βουλευτή ξεχωριστά.

 

 


δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Στρατηγική” (τ. 186, Μάρτιος 2010)

 

Ο Γιάννης Κολοβός
είναι επικοινωνιολόγος και συγγραφέας του βιβλίου «Το τέλος μίας ουτοπίας: η κατάρρευση των πολυπολιτισμικών κοινωνιών
στην Δυτική Ευρώπη
», το οποίο κυκλοφόρησε το 2008 από τις Εκδόσεις Πελασγός.

.

1 comment

Ανώνυμος 22 March 2010 at 17:45

Διερωτώμαι πόσοι γνωρίζουν το μεταναστευτικό σαν τον Γιάννη Κολοβό;
Πόσοι μπορούν να το χειριστούν υπεύθυνα και όχι καθ’ υπαγόρευση συμφερόντων ή αγκυλώσεων;

Εκτός του παραπάνω βιβλίου, έχει γράψει και «Το κουτί της Πανδώρας», εκδόσεις «Πελασγός», Αθήνα, 2003.

Reply

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.