Wednesday 27 March 2024
Αντίβαρο
Ελληνοτουρκικά Θανάσης Κ.

Φαντασιώσεις περί …«Χάγης»

Γράφει ο Θανάσης Κ.

Το άρθρο Σημίτη κατά Κώστα Καραμανλή το Σάββατο, τροφοδότησε μια δημόσια συζήτηση που είχε ανοίξει από πριν. Αν πρέπει η Ελλάδα να πάει ή όχι στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τα ελληνοτουρκικά στο Αιγαίο (και όχι μόνο).

Εκείνο που «συνεισέφερε» ο κύριος Σημίτης είναι την «αποκάλυψη» – που δεν ακούγεται, βέβαια, για πρώτη φορά – ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του είχαν προετοιμάσει, ήδη από τη Συμφωνία του Ελσίνκι το 1999, ώστε να πάνε οι δύο χώρες στη Χάγη ως τέλη του 2004, προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αλλά η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, που είχε αναλάβει τη διακυβέρνηση στο μεταξύ (άνοιξη του 2004), «εγκατέλειψε» αυτό το σχέδιο, λέει, κι έτσι «χάθηκε μια ευκαιρία». Και τώρα τα πράγματα στα ελληνοτουρκικά είναι πολύ χειρότερα για την Ελλάδα.

Μερικές μόνο παρατηρήσεις

  • Πρώτον, δεν είναι σωστό να συζητούνται τέτοια θέματα δημόσια την ώρα της κρίσης – και μάλιστα με αναφορά σε ό,τι έγινε ή δεν έγινε, ή θα μπορούσε να γίνει πριν 15 ή 20 χρόνια…!

Δίνουμε την εικόνα μιας κοινωνίας σε πανικό, που η ελίτ της βλέπει την επερχόμενη καταστροφή και προσπαθεί ο ένας να ρίξει το φταίξιμο στον άλλο, γι’ αυτό που ΔΕΝ έχει συμβεί ακόμα!

Το μήνυμα που δίνουμε είναι το χειρότερο δυνατό για μας, και το πιο «ενθαρρυντικό» για την Τουρκική επιθετικότητα.

  • Δεύτερον, η πρόταση της Ελλάδας για προσφυγή στη Χάγη υπήρξε μόνιμη διακηρυγμένη πολιτική όλων των ελληνικών κυβερνήσεων μετά το 1976.

Το πρόβλημα είναι ότι για να πάμε να λύσουμε τα προβλήματά μας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης πρέπει να συμφωνήσουν και οι δύο πλευρές εκ των προτέρων! Δηλαδή να υπογράψουν αμφότερες το λεγόμενο «συνυποσχετικό».

Το οποίο θα περιλαμβάνει ποια ζητήματα ζητούν να λύσει η διαιτησία της Χάγης και με βάση πιο νομικό πλαίσιο.

Κι εδώ είναι το πραγματικό δυσεπίλυτο πρόβλημα: Δεν συμφωνούν Ελλάδα και Τουρκία μεταξύ τους ποιες είναι οι «διαφορές» τους. Και δεν συμφωνούν σε ποια νομική βάση θα κριθούν από το Διεθνές Δικαστήριο.

Γι’ αυτούς τους δύο λόγους δεν έχει υπάρξει ακόμα, ούτε «συνυποσχετικό» ούτε προσφυγή στη Χάγη.

  • Τρίτο, μέχρι το 1997 η Ελλάδα υποστήριζε και διακήρυττε (δηλαδή όλες οι ως τότε κυβερνήσεις της, Κωνσταντίνου Καραμανλή, Ανδρέα Παπανδρέου, Κώστα Μητσοτάκη και ξανά Ανδρέα Παπανδρέου) ότι «μοναδική διαφορά μεταξύ των δύο χωρών ήταν η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας» (βάσει του Διεθνούς Δικαίου: του 1958 αρχικά και του 1985 για το Δίκαιο της Θάλασσας στη συνέχεια).

–Η Τουρκία έθετε εμπράκτως συνεχώς νέα ζητήματα, ενώ μετά τον Ιανουάριο του 1996 και την κρίση στα Ίμια, επί Πρωθυπουργίας Σημίτη, άρχισε πλέον να «γκριζάρει» και κομμάτια του Αιγαίου. Δηλαδή να αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία πάνω σε νησιά και βραχονησίδες, για τα οποία δεν υπήρχε ως τότε καμία αμφισβήτηση (ούτε από την ίδια την Τουρκία).

–Έτσι τον Ιούλιο του 1997 (ενάμιση χρόνο μετά τα Ίμια) η Ελλάδα με κυβέρνηση Σημίτη και η Τουρκία υπέγραψαν τη Συμφωνία της Μαδρίτης όπου η Ελλάδα αναγνώριζε μη κατονομαζόμενα «νόμιμα, ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα» της Τουρκίας!

Αυτό υπήρξε μια πρώτη υποχώρηση εκ μέρους της Ελλάδας: Αναγνώριζε πράγματα πολύ πέρα από την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας!

–Το Δεκέμβριο του 1999, δυόμιση χρόνια μετά τη Μαδρίτη, Ελλάδα και Τουρκία υπέγραψαν νέα συμφωνία όπου δεσμεύονταν, αν δεν είχαν λύσει τις διαφορές τους ως τα τέλη του 2005 να προσέφευγαν και οι δύο στο Δικαστήριο της Χάγης ώστε να υπάρξει επιδιαιτησία και ύστερα να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Αυτό επικαλείται σήμερα ο κ. Σημίτης…

  • Τέταρτο, η δέσμευση αυτή, ωστόσο, ήταν, όπως αποδείχθηκε μάλλον θεωρητική – και πάντως καθόλου… «δεσμευτική»! Δεν προβλεπόταν καμία «ποινική ρήτρα» σε βάρος της χώρας, που τελικά θα αρνιόταν να υπογράψει «συνυποσχετικό». Άρα ήταν μια «χαλαρή» διακήρυξη προθέσεων. Τίποτε άλλο…

Οι διαφορές των δυο χωρών συζητήθηκαν μεταξύ τους ενδελεχώς κατά τη διάρκεια των λεγομένων «διερευνητικών συνομιλιών», και οι διαφωνίες παρέμεναν:

–Η Τουρκία ουσιαστικά ήθελε να μοιραστεί το Αιγαίο με βάση την αρχή της «ευθυδικίας», δηλαδή περίπου τη μέση απόσταση μεταξύ της ηπειρωτικής Ελλάδας και των μικρασιατικών παραλίων. Η βασική τουρκική θέση εξακολουθούσε να είναι πως «τα νησιά του Αιγαίου δεν έχουν υφαλοκρηπίδα»!

–Η Ελλάδα υποστήριζε το αντίθετο, όπως προβλέπει και το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, που υπεγράφη ήδη από το 1985 και το 1995 είχε γίνει «εθιμικό». Όμως η Τουρκία δεν το είχε υπογράψει, δεν το αποδεχόταν ως βάση επίλυσης της διαφοράς – και χωρίς το συνυποσχετικό της Τουρκίας δεν μπορούσαν να λυθούν οι διαφορές μεταξύ τους βάσει του Διεθνούς Δικαίου της θάλασσας.

Ουσιαστικά το πρόβλημα παρέμενε…

  • Πέμπτο, για να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται: αν το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αποφάσιζε με την αρχή της «ευθυδικίας» (όπως επέμενε πάντα η Τουρκία) χοντρικά θα μοίραζε τα Αιγαίο 50%-50% (αφού τα νησιά δεν θα είχαν υφαλοκρηπίδα κατά τον πάγιο ισχυρισμό των Τούρκων).

Αν αντίθετα αποφάσιζε με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας πλήρως και κατά γράμμα, τότε θα μοίραζε το Αιγαίο χοντρικά 87% υπέρ της Ελλάδας και 13% υπέρ της Τουρκίας.

Η διαφορά ήταν κολοσσιαία!

Στο μεταξύ όμως, συζητήθηκαν με κάθε λεπτομέρεια όλες οι πιθανές «ενδιάμεσες τεχνικές φόρμουλες» που θα επέτρεπαν να υπάρξει διαιτησία του διεθνούς Δικαστηρίου που θα έδινε στην Τουρκία παραπάνω απ’ όσο της αντιστοιχούσε, αλλά πολύ λιγότερο απ’ όσο η ίδια ζητούσε: κάπου ανάμεσα στο 15-25% του Αιγαίου.

Οι «φόρμουλες» αυτές που είχαν πέσει στο τραπέζι πριν το 2003, αφορούσαν να υπάρξουν «γραμμές βάσης», να γίνει αποδεκτή «μειωμένη επήρεια», για κάποια μικρά ελληνικά νησιά του Αιγαίου, και «μηδενική» για τις βραχονησίδες, «αποφυγή εγκλωβισμού» κατοικημένων ελληνικών νησιών σε τουρκική υφαλοκρηπίδα, μερική εφαρμογή της «ευθυδικίας» με βάση τα εκατέρωθεν παράλια, άλλες φορές συνυπολογίζοντας τις ακτές των μεγάλων ελληνικών νησιών κι άλλοτε όχι, κλπ.

Το συμπέρασμα όλων αυτών των «ασκήσεων» ήταν ότι μπορούσε να υπάρξει μια «μικτή» φόρμουλα προσφυγής (εν μέρει αποδοχής ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα όπως θεμελιώνει το Δίκαιο της Θάλασσας, εν μέρει ότι η υφαλοκρηπίδα τους είναι μερικώς η καθολικώς μειωμένη, λόγω καθεστώτος ημίκλειστης θάλασσας κλπ. κλπ.).

Οπότε ο τελικός «διακανονισμός» θα ήταν τελικά εκεί γύρω στο 20-25% για την Τουρκία και το υπόλοιπο για την Ελλάδα.

  • Έκτον, αυτή η ενδιάμεση – «υβριδική» – βάση συζήτησης είχε αρχίσει να κατασταλάζει στις αρχές του 2003. Και τότε κάποιοι πίστεψαν ή νόμισαν ότι «είχε βρεθεί συμφωνία για συνυποσχετικό» μεταξύ των δύο χωρών, για προσφυγή στη Χάγη.

Αλλά αυτό δεν υπήρξε ποτέ!

Διότι στο μεταξύ άλλαξαν τα πάντα:

–Η Συμφωνία του Ελσίνκι υπογράφηκε το 1999, επί Πρωθυπουργίας Ετσεβίτ του τελευταίου Κεμαλιστή πρωθυπουργού.

–Το 2002 κέρδισε τις εκλογές ο Ερντογάν, για πρώτη φορά και ανέλαβε μεταβατικός Πρωθυπουργός ο Γκιούλ, ως το Μάρτιο του 2003.

–Το Μάρτιο του 2003 ανέλαβε για πρώτη φορά ο Ερντογάν (με τη χώρα να βρίσκεται τότε σε αυστηρό πρόγραμμα του ΔΝΤ).

Αυτό ήταν ήδη καθεστωτική αλλαγή για την Τουρκία. Ο Ερντογάν άρχισε να ξηλώνει συστηματικά την κυριαρχία των Κεμαλιστών, οι οποίοι αρχικά του είχαν απαγορεύσει να γίνει Πρωθυπουργός (και πριν κάποια χρόνια τον είχαν φυλακίσει).

Ο Ερντογάν είχε για αρκετό καιρό προτεραιότητά του να διαλύσει όλα τα ερείσματα εξουσίας των «κοσμικών» Κεμαλιστών – ιδιαίτερα στο στρατό.

Δεν ήθελε ιδιαίτερες κόντρες με την Ελλάδα, αλλά δεν μπορούσε να κάνει πίσω και από πάγιες αξιώσεις της Τουρκίας! Οι Κεμαλιστές θα τον κατηγορούσαν ότι έκανε «υποχωρήσεις» και πήρε «λιγότερα» απ’ όσα διεκδικούσαν οι ίδιοι. Κι ας επρόκειτο για «υποχωρήσεις» που είχαν δρομολογηθεί από το Κεμαλικό καθεστώς.

Έτσι στα τέλη του 2003 η τουρκική διπλωματία διεμήνυσε ότι δεν ήταν έτοιμη να υπογράψει συνυποσχετικό γιατί ήταν αβέβαιο ακόμα τι θα γίνει και στην Ελλάδα (επρόκειτο να διεξαχθούν εκλογές την άνοιξη του 2004), αλλά και με της Κύπρο (επρόκειτο να δοθεί η λύση του περιβόητου Σχεδίου Ανάν).

Έτσι το συνυποσχετικό πάγωσε αρχικά στα τέλη του 2003 (ένα χρόνο νωρίτερα πριν λήξει η προθεσμία που είχε θέσει το Ελσίνκι), με πρωτοβουλία και ευθύνη της Άγκυρας…

  • Έβδομο: στο μεταξύ την άνοιξη του 2014 έγιναν εκλογές στην Ελλάδα, η νέα κυβέρνηση Καραμανλή δεν στήριξε τη λύση του Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο, ο Πρόεδρος της Κύπρου το απέρριψε και ο Κυπριακός Ελληνισμός το κατεψήφισε πανηγυρικά (με ποσοστό 76%)! Ευτυχώς…

Αλλά το Σχέδιο Ανάν – που καθιστούσε την Κύπρο οιωνεί προτεκτοράτο της Τουρκίας και διέλυε την Κυπριακή Δημοκρατία – ήταν τμήμα του συνολικού πακέτου για τα ελληνοτουρκικά:

Ολόκληρο το πακέτο ήταν προσφυγή στη Χάγη ΚΑΙ επιβολή του Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο!

Οι Κεμαλιστές είχαν συμβιβαστεί υποτίθεται να πάρουν κάτι λιγότερα (απ’ όσα διεκδικούσαν στο Αιγαίο) για να κερδίσουν τον πλήρη έλεγχο της «ενωμένης» (και «υποταγμένης» πλέον συνολικά) Κύπρου.

Δεν βγήκε το δεύτερο, οπότε δεν υπήρχε καμία συζήτηση για το πρώτο.

Τελικά το Δεκέμβριο του 2004 καμία από τις δύο χώρες δεν ήταν έτοιμη να υπογράψει συνυποσχετικό: Η Τουρκία ούτε το συζητούσε πια, γιατί είχε ήδη υποστεί ένα κόλαφο: την πλήρη ένταξη της Κύπρου στην Ενωμένη Ευρώπη, χωρίς να έχει «λυθεί» το πρόβλημα, δηλαδή χωρίς να έχουν νομιμοποιηθεί τα τετελεσμένα της εισβολής της το 1973.

Και η Ελλάδα, γιατί δεν υπήρχε κανένας λόγος να υπογράψει συνυποσχετικό, όταν η Τουρκία το αρνιόταν πλήρως.

–Η πρώτη πραγματική αιτία που δεν έγινε τότε προσφυγή στη Χάγη, είναι γιατί ματαιώθηκε στο μεταξύ το Σχέδιο Ανάν που έθετε την Κύπρο υπό μόνιμη (και νόμιμη) ομηρεία της Τουρκίας!

–Η δεύτερη αιτία ήταν, διότι η τουρκική ένταξη στην ΕΕ δεν επρόκειτο να είναι μέσο για την «εξημέρωση της Τουρκίας», όπως πίστευε τότε ο κ. Σημίτης και πολύ μεγάλο μέρος της ελληνικής πολιτικής ελίτ.

–Η Τουρκία δεν είχε καμία διάθεση να «εξημερωθεί».

–Και η Ευρώπη δεν είχε καμία δυνατότητα να την «εξημερώσει»!

Πολύ περισσότερο που, όπως αποδείχθηκε λίγο αργότερα, η Ευρώπη ΔΕΝ ήθελε την Τουρκία ως πλήρες μέλος πλέον…

Ήδη το 2004 κυριάρχησαν στο Ευρωκοινοβούλιο (και τα επόμενα χρόνια στις περισσότερες Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες) Χριστανοδημοκρατικές κυβερνήσεις της κεντροδεξιάς που ΔΕΝ επιθυμούσαν πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.

Επομένως, χώρια που δεν υπήρχε το «μαστίγιο» της Ευρώπης, δεν υπήρχε στην πραγματικότητα ούτε το «καρότο» (για την «εξημέρωση» της Τουρκίας).

Ο κ. Σημίτης που συνέβαλε (μαζί με τον Γιάννο Κρανιδιώτη) στην Κυπριακή ένταξη (κι αυτό το πιστώνεται, ασφαλώς), είχε ωστόσο στο μυαλό του ταυτόχρονα την επιβολή του Σχεδίου Ανάν (το οποίο, βεβαίως το χρεώνεται).

Δεν συνέβη το δεύτερο, πέρασε το πρώτο, αλλά όλα τα υπόλοιπα ανακόπηκαν και εκτροχιάστηκαν.

Όχι γιατί οι επόμενες κυβερνήσεις της Ελλάδας τα «εγκατέλειψαν» ή έχασαν κάποια «ευκαιρία».

Αλλά απλούστατα γιατί δεν υπήρξε καμία ευκαιρία!

Η Ευρώπη ούτε ήθελε ούτε μπορούσε να «εξημερώσει» την Τουρκία…

Ήταν μια στρατηγική περισσότερο «ευχολόγιο» και «ευσεβής πόθος», παρά «ρεαλιστική».

Και στο μεταξύ δεν υπήρξε άλλη στρατηγική για μας.

Ενώ η Τουρκία επανήλθε στην επιθετική στρατηγική της «αναθεωρητικής χώρας».

Κι αυτό πληρώνουμε σήμερα: Ότι δεν έχουμε στρατηγική για να εξουδετερώσουμε την τουρκική επιθετικότητα!

Όχι ότι πριν 15 χρόνια χάσαμε δήθεν, μιαν ευκαιρία» που υπήρχε μόνο στην φαντασία κάποιων (και διαψεύστηκε πανηγυρικά στη συνέχεια).

5 comments

Πατριώτης 20 December 2019 at 13:18

Για την Χάγη, την ΑΟΖ και γενικώς τα ελληνοτουρκικά, άκουσα προχθές στην εκπομπή τού Γ. Σαχίνη ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ στο ΚΡΗΤΗ TV αυτήν την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη, που θα συνιστούσα σε όλους τούς ενδιαφερομένους να την ακούσουν προσεκτικά, διότι πολλά λέγονται και γράφονται τελευταίως από ανθρώπους, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τα θέματα αυτά σε τόσο βάθος, όσο τα γνωρίζουν οι Σάββας Καλεντερίδης και καθηγητής Θ. Καρυώτης. Πρέπει να καταλάβομε επιτέλους πού ευρισκόμεθα και τι μέλλει γενέσθαι.

Θα παρακαλούσα τούς διαχειριστές, ει δυνατόν, ν’ αναρτηθεί στο “Αντίβαρο”.

Διευκρίνηση: Το παραπάνω σχόλιό μου δεν είναι απάντηση στο πολύ σωστό άρθρο τού Θανάση Κ., με το οποίο συμφωνώ. Αν προ 15ετίας είχαμε προσφύγει στην Χάγη, όπως το εννοούσε ο ολίγιστος Σημίτης, θα είχαμε πάθει την πανωλεθρία τού Δράμαλη.

Reply
Πατριώτης 20 December 2019 at 13:32

“Διευκρίνηση” => Διευκρίνιση. Ζητώ συγγνώμη.

Reply
Ελευθέριος 24 December 2019 at 02:14

Το σημαντικό που παραλείπεται εδώ να αναφερθεί από τον Θανάση Κ. (ποιός Κ ο ήρωας του Κάφκα;) είναι ότι στην απόφαση της συνόδου κορυφής της ΕΕ στο Ελσίνκι το 1999 είχε συμπεριληφθεί ρήτρα που υποχρέωνε κάθε υποψήφιο κράτος, «να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για την επίλυση κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς. Αλλιώς θα πρέπει να φέρει τη διαφορά ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου».
Ο Σημίτης κατηγορεί την κυβέρνηση Καραμανλή του 2004, επειδή δεν χρησιμοποίησε τη δεύτερη πρόταση της ρήτρας αυτής. Για την πρώτη πρόταση, ότι δηλαδή με υπογραφή της υπό Σημίτη ελληνικής κυβέρνησης η ΕΕ αναγνώρισε ότι υπάρχει εκκρεμής συνοριακή διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, τσιμουδιά ο Κινέζος.
Αν υποθέσουμε ότι η Ελλάδα κατάφερνε ποτέ να συνεννοηθεί με την Τουρκία να πάνε στη Χάγη, η Τουρκία θα επεκαλείτο ακριβώς αυτήν την υποχώρηση της Ελλάδας στο Ελσίνκι, ενώ η μέχρι τότε πάγια ελληνική θέση ήταν πως μόνη διαφορά με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.
Αλλά και γι’αυτήν δεν υπάρχει περίπτωση “να τα βρούμε” με την Τουρκία. Όσοι και όσες, όπως ο μπιμπικάνθρωπος και η κόρη του Δρακουμέλ, φανατικοί υποστηρικτές και οι δύο του σχεδίου
Ανάν, ονειρεύονται καλόπιστο διάλογο με την αδηφάγο γείτονα, συνυποσχετικά, Χάγες και το κακό συναπάντημα ας πάρουν τον δρόμο για τα Σούσα. Ο ελληνικός λαός δεν είναι υποχρεωμένος να τους ακολουθήσει εκτός κιαν θέλει να αλλάξει αφέντη κι από την “όλα για το κέρδος Δύση” υπαχθεί εφεξής στην Σατραπεία.

Reply
Πατριώτης 24 December 2019 at 13:42

@ Ελευθέριο
Αν θυμάσαι, μετά το 2003 και αφού την είχαμε γλιτώσει φτηνά από την Χάγη, επανήλθε στο θέμα ο πρώην ΠτΔ Κ. Στεφανόπουλος με άρθρο-παρέμβαση στην “Καθημερινή τής Κυριακής” τής 28ης Μαΐου 2006, υποστηρίζοντας ξανά τις θέσεις Σημίτη, τού οποίου δυστυχώς είχε γίνει δεκανίκι κατά την διάρκεια τής δευτέρας θητείας του. Πολλοί τον είχαν αντικρούσει τότε, μεταξύ των οποίων και ο επίσης πρώην ΠτΔ, Χ. Σαρτζετάκης.
Όσοι εξακολουθούν να υποστηρίζουν την συνέχιση διαλόγου και δη των MOE (sic!) είναι ή ηλίθιοι (χρήσιμοι ή άχρηστοι), ή πουλημένοι. Εγώ δεν μπορώ να δω κάτι άλλο. Τι να συζητήσεις με … τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα;
ΥΓ: Δεν ξέρω τι μπορεί να είπαν σήμερα οι Δένδιας – Τσαβούσογλου στο τηλέφωνο, αλλά στον δικό μας ΥΠΕΞ δεν έχω καμμία εμπιστοσύνη. Εκτός από άσχετο με την εξωτερική πολιτική, τον θεωρώ επίσης όχι και τόσο ευφυή, για να το θέσω κομψά.

Reply
Ελευθέριος 25 December 2019 at 09:53

Τι να σου πω ρε πατριώτη. Ούτε κι εγώ τους έχω εμπιστοσύνη. Γιατί δεν μου την εμπνέουν, τα λόγια, η στάση, η καταβολή τους. Νεόκοποι πολιτευτακηδες, που νομίζουν ότι η εξωτερική πολιτική ασκείται με αβρότητες του τύπου ελάτε στο τραπέζι μας να συζητήσωμε και να συμφαγωμε. Τη στιγμή που οι συνδαιτημόνες επιθυμούν να φάνε ότι υπάρχει στο τραπέζι και να μας αφήσουν τα ψίχουλα!
Ο Δένδιας μόνο Αγιοβασιλης που δεν ντύθηκε με τις επικλήσεις του στους Οθωμανούς. Λες και αυτοί καταλαβαίνουν από χριστιανικές αγάπες και τέτοια. Τώρα θα πάει και στον πατριάρχη να προσευχηθεί. Νομίζουν με αυτού του είδους τη ρητορική θα εξημερώσουν το θηρίο να τους αφήσει στην ησυχία τους να ασκήσουν υψηλή πολιτική. Κούνια που τους κουναγε. Οι άλλοι αν έρθουν στο τραπέζι, έρχονται για να σε ψαρέψουν, να φάνε ειρηνικά κι ανώδυνα ότι μπορούν, καραδοκωντας πάντα την ευκαιρία την επόμενη φορά ν’ αρπάξουν κι ότι απόμεινε.

ΥΓ
Είμαι εκτός έδρας και δεν μπορώ να γράψω με άνεση απ’ το κινητό μου. Για να δούμε τι μας επιφυλάσσει το 2020. Εδώ που μας έφερε η πολιτική τάξη δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει.
Ας ελπίσουμε ότι δεν θα μας φθάσουν στο σημείο κι από επαίτες της Δύσης να γίνουμε δούλοι των Οθωμανών. Δεν έχω αμφιβολία ότι κάποιοι τουρκολαγνοι αυτό ακριβώς επιθυμούν.
Όλα πλέον εναπόκεινται στον πατριωτισμό των Ελλήνων. Ότι μαγιά απόμεινε εξ’ αυτού..

Reply

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.