Wednesday 24 April 2024
Αντίβαρο
1821-Επανάσταση Γιώργος Καραμπελιάς

12. 1821 Β΄: Ο Μαυροκορδάτος, οι εμφύλιοι, η ξένη «προστασία»

Γράφει ο Γιώργος Καραμπελιάς

Μια σειρά κειμένων του Γιώργου Καραμπελιά για την ελληνική ιστορία.

Σύμφωνα με τη διήγηση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (1770-1843), η οικογένεια του, από τον πρώτο γνωστό γενάρχη της, κατά τον 16ο αιώνα, μέχρι  τον πατέρα του Κωνσταντή, επί πέντε γενιές, «ἐδῶ καὶ 300 χρόνους», βρισκόταν σε αδιάκοπο πόλεμο με τους Οθωμανούς ενώ, «στα 1780 … ὁ πατέρας μου ἐσκοτώθηκε μὲ δύο του ἀδέλφια, Ἀποστόλη καὶ Γεώργη».

Ο πόλεμος και ο θάνατος θα αποτελούν στο εξής την καθημερινότητά του, η δε ζωή του συμπυκνώνει αρχετυπικά τη διαδρομή όλων των ενόπλων της προεπαναστατικής περιόδου, από την ανταρσία στην επαναστατική συνειδητοποίηση.

Στα «Απομνημονεύματά» του συνοψίζει με απαράμιλλη πυκνότητα το βιογραφικό του: «Ἐγεννήθηκα στα 1770. Ὅταν ἐγλύτωσα ἀ­πὸ τὴν Κα­στά­νιτ­ζα εἴ­μουν χρό­νων 10. Δι­α­μο­νὴ Μά­νης χρό­νι­α 2. Εἰς τὴν Ἁ­λω­νί­σθε­να­­­­ χρό­νι­α 3. Εἰς τὰ Σαμ­πά­σι­κα­­­ χρό­νι­α 12. Ἐ­πο­χὴ τῆς νε­ό­τη­τος, 5 χρό­νι­α ἀ­νύ­παν­δρος καὶ ἄλ­λους 7 χρό­νους ὑ­παν­δρευ­μέ­νος 27 χρό­νους εἴ­χα ὅ­ταν μὲ ἐ­πρω­το­κυ­νή­γη­σαν. Ἀρ­μα­τω­λὸς καὶ κλέφ­της ἀλ­λη­λο­δι­α­δό­χως χρό­νι­α 5. Φερ­μά­νι­­ Βα­σι­λι­κὸ δι­ὰ ἐμένα καὶ τὸν Πε­τι­με­ζὰ­­­ στὰ 1802. Τὸ δεύ­τε­ρο φερ­μά­νι τὸν Ἰ­α­νου­ά­ρι­ον 1806, καὶ τὸ Πα­τρι­αρ­χι­κὸ Συ­νο­δι­κό. 36 χρό­νων ἤ­μουν ὅ­ταν ἐ­πή­γα εἰς τὴν Ζά­κυν­θο. 50 χρό­νους εἴ­χα ὅ­ταν ἐβ­γῆ­κα εἰς τὴν ἐ­πα­νά­στα­σι[1]».

Θα κυνηγηθεί άγρια όταν ο Σελίμ Γ΄ θα κηρύξει τη γενικευμένη καταδίωξη των Ελλήνων ενόπλων και θα εκδοθεί Πατριαρχικό Συνοδικό εναντίον των κλεφτών. Θα αναγκαστεί να φύγει για τη Ζάκυνθο, θα μάθει «γράμματα», θα χρηματίσει πειρατής με τον Νικοτσάρα, θα στρατολογηθεί στον αγγλικό στρατό, θα γίνει μέλος της Φιλικής και «θα βγει» στην Επανάσταση.

Ο Φαναριώτης, από την Πίζα στην επαναστατημένη Ελλάδα

Αν η γενιά του Κολοκοτρώνη βρισκόταν επί τρακόσια χρόνια σε μια ανειρήνευτη πάλη με τους Οθωμανούς, στους αντίποδες βρίσκεται η διαδρομή του μεγάλου αντιπάλου του, του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου.

Ο γενάρχης της οικογένειας, Νικόλαος (1599-1649), καταγόταν από φτωχή οικογένεια της Χίου αλλά νυμφεύτηκε την πάμπλουτη Λωξάνδρα Σκαρλάτου (1605-1684). Ο Αλέξανδρος «ο εξ απορρήτων» (1641-1709) δίδασκε στην Πατριαρχική Σχολή ενώ το 1673 θα ανγορευτεί μεγάλος διερμηνέας. Τον Νικόλαος (1670-1730), τον πρώτο Έλληνα ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας, θα τον διδεχτεί ο Κωνσταντίνος (1711-1769), δε Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ο Φιραρής (ο Φυγάς), διέφυγε στη Ρωσική Αυτοκρατορία το 1786. Ανιψιός του ήταν και ο δικός μας Αλέξανδρος (1791-1865), ο οποίος, το 1812, ακολούθησε τον θείο του, Ιωάννη Καρατζά, στη Βλαχία, όπου θα καταλάβει τη θέση του Μεγάλου Ποστέλνικου (οιονεί πρωθυπουργού).

΄Εν συνεχεία, τον Σεπτέμβριο του 1818, θα διαφύγει μαζί με τον Καρατζά και θα καταλήξει στην Πίζα, όπου ήταν εγκατεστημένος ο «Έλληνας Ρισελιέ», ο Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας. Εκεί θα συγκροτηθεί ο περιβόητος «κύκλος της Πίζας», πρόπλασμα του «Αγγλικού Κόμματος». Ήδη  στις αρχές του 1820, σε υπόμνημα του  στις καγκελαρίες των Δυνάμεων προτείνει: «… οι δύο ηγεμονίες στην αριστερή όχθη του Δούναβη και τη Σερβία να δοθούν στην Αυστρία, στη Ρωσία ένα αρκετά σημαντικό μέρος της ασιατικής ακτής…, στην Αγγλία κάποια σημαντικά νησιά, όπως η Κύπρος και η Κρήτη, ορθώνοντας μια Ελληνική Αυτοκρατορία, αποτελούμενη από την υπόλοιπη ευρωπαϊκή Τουρκία και τη Μικρά Ασία».

Μαζί με τον Ιγνάτιο θα ενταχθούν στην «ανωτάτη» αρχή της Φιλικής, παρότι ήταν ενάντιοι σε οποιαδήποτε επαναστατική κίνηση. [Άλλωστε, ακόμα και στις 27 Οκτωβρίου 1821, σε επιστολή του προς τον Δημήτριο Υψηλάντη, , χαρακτηρίζει την Επανάσταση «εθνική καταστροφή» που προκάλεσε αναιτίως τόση αιματοχυσία ενώ «ἐλπίζετο ἴσως καὶ ἀναιμωτὶ ἡ ἐλευθερία»: «… δὲν ἠμπορῶ νὰ ὀνομάσω παρὰ ἐνοχὴν τὴν κακοήθειαν τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἐν ᾧ ἐλπίζετο ἴσως καὶ ἀναιμωτὶ ἡ ἐλευθερία του…, ἐν ᾧ τὸ γένος ἦτον ἀκόμη ἀνέτοιμον﮲» (Φιλήμων, ΔΙΕΕ, Δ΄, σ. 513).

Τελικώς,  με το πλοίο «Βαρών Στρογγανώφ», θα αποβιβαστεί στις 21 Ιουλίου του 1821, στο Μεσολόγγι, και η άνοδός του υπήρξε κυριολεκτικά μετεωρική. Θα αποσπάσει αρχικώς από τον Δημήτριο Υψηλάντη την προεδρία της «Συνελεύσεως της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος» ενώ, μερικούς μήνες αργότερα, συμμαχώντας με τους κοτζαμπάσηδες, θα εκλεγεί πρόεδρος της Εθνικής Συνέλευσης της Επιδαύρου και πρόεδρος του Εκτελεστικού Σώματος!

Από κοινού με τον Φαναριώτη Θεόδωρο Νέγρη, θα ελέγξουν τη Ρούμελη η οποία δεν διέθετε «μεγάλες οικογένειες» παρά μόνο σημαντικούς αρματολούς. Άλλωστε στην προαναφερθείσα επιστολή του στον Δημήτριο Υψηλάντη αποκαλύπτει τον σχεδιασμό του για τη σταδιακή αποδυνάμωση των οπλαρχηγών : «Τοὺς ἔδωσα ἐγγράφως ἕν σύστημα διοικήσεως… ἐδῶ εἰς τὴν Ῥούμελην οἱ καπιτάνοι ἦσαν τὸ πᾶν … χωρὶς νὰ ἐρωτῶνται κᾆν οἱ προεστῶτες ἐν ᾧ τώρα πρῶτον μὲν ἔχουν συνεργοὺς τοὺς προεστῶτας, οἱ ὁποῖοι θέλουν εἶναι περισσότεροι…»

Εφαρμόζει συστηματικά την τακτική της στήριξης σε εξωχώριες δυνάμεις και εν τέλει στην πλέον «εξωχώρια» όλων, την… Αγγλία. Άλλωστε, η δυνατότητά του να επικοινωνεί με τους Φιλέλληνες στις γλώσσες τους (ήταν εξαιρετικά πολύγλωσσος) αποτελούσε τεράστιο πλεονέκτημα απέναντι στους αγράμματους αγωνιστές. Θα αποπειραθεί, μάλιστα, να μεταβάλει τους Φιλέλληνες σε στρατιωτικό σώμα, πιστό στον ίδιο αποκλειστικά, και θα τους οδηγήσει στο σφαγείο του Πέτα. Κατά τον ίδιο τρόπο θα προσεταιριστεί τους Σουλιώτες, αποξενώνοντας τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς και τους κατοίκους του Μεσολογγίου, ενώ θα καταδικάσει για προδοσία και τον Καραϊσκάκη!

Αναπαράσταση της μάχης στο Κομπότι. Έργο του Παναγιώτη Ζωγράφου, παραγγελία του Στρατηγού Μακρυγιάννη (Συλλογή ΕΕΦ).

Ο «πρίγκηψ» ως πολέμαρχος και ο διχασμός

Όμως η καταστροφή του Πέτα θα αποτελέσει ισχυρό πλήγμα στις φιλοδοξίες του. Πράγματι, καθώς, μετά την εξόντωση του Αλή πασά, τον Ιανουάριο του 1822, οι Σουλιώτες ζητούσαν απεγνωσμένα βοήθεια, Και πτάγματι είχε αποφασίστεί η οργάνωση εκστρατείας, την οποια ο «πρίγκηπας» την θεώρησε ως μεγάλη ευκαιρία να μεταβληθεί στον «Ναπολέοντα» της Επανάστασης – μάλιστα εμφανίστηκε με στολή ανώτατου ευρωπαίου αξιωματικού.

[Ο διοικητής της Κεφαλονιάς, Άγγλος αξιωματικός Τζέιμς Νάπιερ,  έθετε τα ζητήματα πολύ πιο ωμά: «Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα έπρεπε να ασχολείται με συντάγματα. … Ο Πρίγκηπας Μαυροκορδάτος θα έπρεπε να γίνει δικτάτορας»..]

Όμως, αντί για δέκα χιλιάδες άνδρες, συγκέντρωσε μόλις τρεις χιλιάδες, εκ των οποίων πεντακόσιοι εξήντα ανήκαν στο «τακτικό σώμα» και ενενήντα τρεις Φιλέλληνες, καθώς και ολιγάριθμα σώματα από Σουλιώτες, ντόπιους οπλαρχηγούς, Πελοποννήσιους, Μακεδόνες. Δηλαδή, παρότι η εκστρατεία είχε προσλάβει έναν συμβολικό, πανελλαδικό και διεθνή χαρακτήρα, οι δυνάμεις που συγκεντρώθηκαν ήταν αριθμητικά ασθενείς, εξαιτίας της διχαστικής πολιτικής απέναντι στους ντόπιους αρματολούς.

Μετά από κάποιες αψιμαχίες σι Κομπότι, η τελική μάχη θα δοθεί στο Πέτα. Οι Φιλέλληνες, παραμερίζοντας τους “ατάκτους” ανέλαβαν οι ίδιοι να καθορίσουν την τακτική της μάχης, χωρίς ταμπούρια και σε ανοικτό πεδίο ενώ ο «αρχιστράτηγος» Μαυροκορδάτος, βρισκόταν σε απόσταση είκοσι χιλιομέτρων!

Οι Τούρκοι επιτέθηκαν στς 4 Ιουλίου 1822, με δύναμη εφτά ή οκτώ χιλιάδων ανδρών και παρότι τα  τακτικά σώματα αντιστάθηκαν σθεναρά, οι οπλαρχηγοί εγκατέλειψαν τις θέσεις τους, ο δε μεγαλοκαπετάνιος Βαρνακιώτης έμεινε παντελώς αμέτοχος. Οι Φιλέλληνες αρνήθηκαν να υποχωρήσουν και 68 έπεσαν ηρωικά και μόλις 25 κατάφεραν να διασωθούν ενώ όσοι έπεσαν στα χέρια των Τούρκων αποκεφαλίστηκαν.

Οι συνέπειες υπήρξαν καταλυτικές. Οι Σουλιώτες υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν οριστικά το Σούλι και οι Έλληνες θα μείνουν οριστικά μακριά από την Ήπειρο ενώ θα ανοίξει ο δρόμος προς το Μεσολόγγι. Η επανάσταση θα συρρικνωθεί γεωγραφικά και ο σφαγιασμός των Φιλελλήνων θα έχει εξαιρετικά αρνητικές διεθνείς επιπτώσεις.

Η μοιραία μάχη του Πέτα κατέδειξε και την ανικανότητα του Μαυροκορδάτου ως στρατιωτικού. Την ίδια στιγμή, η καταστροφή του Δράμαλη από τη στρατιωτική ιδιοφυΐα του Κολοκοτρώνη, θα τον υποχρεώσει να περιοριστεί μάλλον στον ρόλο του «πολιτικού». Η δικτατορική εξουσία θα του ξεφύγει οριστικά και επειδή η στρατιωτική ισχύς βρισκόταν στα χέρια των αντιπάλων του, ο μοναδικός τρόπος για να επικρατήσει ήταν η «συνταγματική ολιγαρχία», οι εμφύλιοι και η ξένη προστασία.

Ο ψευδωνύμως αυτοαποκαλούμενος«πρίγκηψ» περιστοιχιζόταν από μια ομάδα νεαρών οπαδών, τους Φαναριώτες Θεόδωρο Νέγρη και Κωνσταντίνο Καρατζά, τον Χριστόδουλο Κλωνάρη, τον Γεώργιο Πραΐδη, τον Θεόκλητο Φαρμακίδη, τον Γεώργιο Ψύλλα, τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, κ.ά… Αυτοί κάτω από την μπαγκέτα του, θα διαμορφώσουν το ιδιαίτερο κράμα δυτικού φιλελευθερισμού και κοτζαμπασισμού που θα σφραγίσει διαχρονικά την ελληνική πολιτική ζωή:

Οι τυπικά φιλελεύθερες συνταγματικές αρχές θα τους εξασφαλίζουν την ιδεολογική ηγεμονία, ενώ ένα δυαδικό και γραφειοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης θα τους καθιστοα απαραίτητους για τη διαχείρισή του. Έτσι πίσω από την επίφαση ενός φιλελεύθερου Συντάγματος, η εκλογή των βουλευτών παρέμενε έμμεση, μέσω εκλεκτόρων, διαιωνίζοντας την κυριαρχία των τζακιών.  Έτσι θα διασφαλίσει και τη συμμαχία με τους κοτζαμπάσηδες του Μοριά και τους Υδραίους μεγαλοκαραβοκύρηδες,- ως την απαραίτητη κοινωνική και οικονομική βάση για την κατίσχυση αυτού του ιδιότυπου ολιγαρχικού/«εκσυγχρονιστικού» συστήματος.

Ταυτόχρονα ο ποστέλνικος, θα θέσει τα θεμέλια του κράτους της «προστασίας» που θα επισφραγιστεί με τα δύο μεγάλα αγγλικά δάνεια. Ο δε έλεγχος των δανείων με τη σειρά του, θα επιτρέψει στον Μαυροκορδάτο, τον Κωλέττη και τους Υδραίους, να παραμερίσουν τους Μοραΐτες προεστούς, να υποτάξουν δια πυρός και σιδήρου τον Μοριά, με τους μισθοφόρους του Γκούρα, να δολοφονήσουν τον Οδυσσέα και να φυλακίσουν τον Γέρο.

Ο «πρίγκηψ», ως δικαιολογία για την «προστασία», υποστήριζε ότι αυτή είχε καταστεί αναγκαία εξαιτίας των εμφυλίων διαμαχών και των στρατιωτικών αποτυχιών. Και όντως, με τις αποτυχημένες στρατιωτικές του επιλογές καθιστούσε αναπόφευκτη την προστασία και το Ναυαρίνο! Για να μην αποφυλακίσει τον Κολοκοτρώνη αναγόρευσε σε αρχιστράτηγο τον… ναύαρχο Κουντουριώτη, με συνέπεια τις ντροπιαστικές ήττες στο Κρεμμύδι και τη Σφακτηρία, και την εδραίωση του Ιμπραήμ.

Έτσι ο ρεαλισμός θα ταυτίζεται στο εξής με την υποταγή, καθώς είχε υπονομευτεί οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική δυνατότητα! Γράφει με εξαιρετική οξυδέρκεια ο Κωστής Παπαγιώργης:

«Η νεοπαγής συνταγματική τάξις… εν ονόματι του μέλλοντος, παρέλυε τον σιδηρού βραχίονα της Επανάστασης. Το παράστροφο φρόνημα του ποστέλνικου ευεργετούσε το ιστορικό μέλλον της χώρας, φαρμακώνοντας συνάμα την Επανάσταση, που ήταν το λίκνο αυτού του μέλλοντος».

Ο μακιαβελισμός του θα φτάσει τόσο μακριά, ώστε  το 1825, σε επιστολή σε Άγγλο υπουργό, υποστηρίξει πως μια ανεξάρτητη Ελλάδα θα κατέληγε φυσική σύμμαχος της Τουρκίας, «οπότε η Αγγλία, η Πύλη και η Ελλάς θα αποτελέσουν μίαν και μόνη δύναμη, ούτως ειπείν, με σκοπόν να αποκρούσουν την Ρωσία».

Μια αποτίμηση

Ο «πρίγκηπας», στο λαϊκό φαντασιακό και στα απομνημονεύματα των αγωνιστών, υπήρξε πάντοτε το σύμβολο της φαναριώτικης δολιότητας και της υποταγής στα ξένα κελεύσματα. Αντίθετα, με θετικά χρώματα τον περιγράφουν οι «εκσυγχρονιστές» ιστορικοί, και ο γαμβρός του, Σπυρίδων Τρικούπης.

Γράφει ο Νικόλαος Σπηλιάδης: «Υπέρτατος άρχων της Ελλάδος δια την απειρία των Ελλήνων.., και δια την περί το διαιρείν επιτηδειότητά του… θα καταδιαιρέσει τους Έλληνας, και θα καταστήσει θέατρον εμφυλίων πολέμων και ταραχών την Ελλάδα, και θα την ρίψει εις μυρίας συμφοράς».

Ο Φιλήμων τον στηλιτεύει διότι, μαζί με τον Νέγρη, κατόρθωσαν να «ενωθώσι με τους Πολιτικούς της Πελοποννήσου και τους ισχυρούς της Ύδρας και να σπείρωσι την διχόνοιαν και μέχρις αυτής του χωρικού της καλύβης», αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζει πως «ήνωνε μεθ’ όλων αυτών και δυσπαράμιλλον αοκνίαν γραφικήν, και ζήλον πλήρη διά τον αγώνα». Ο δε Δημήτριος Βερναρδάκης θα συνοψίσει αυτό τον δισυπόστατο ρόλο: «Ο Μαυροκορδάτος προσήνεγκε μεν εις τον αγώνα πολυτίμους υπηρεσίας εξωτερικώς και διπλωματικώς, εσωτερικώς όμως υπήρξεν ο ολέθριος της Ελλάδος δαίμων».

Τα τελευταία χρόνια, η αποδομητική, «αντιλαϊκιστική» ιστοριογραφία θα αναγορεύσει τον Φαναριώτη «πρίγκηπα» σε πρόδρομο του «εκσυγχρονισμού». Ο Νικηφόρος Διαμαντούρος, μάλιστα, επικροτεί ακόμα και τη χρήση παλαιοκομματικών μεθόδων:

«Ο τρόπος με τον οποίο ο Μαυροκορδάτος χρησιμοποίησε το ντόπιο σύστημα…, για να γίνει ένας ισχυρός πολιτικός πάτρωνας, φανερώνει τον αξιοπρόσεκτο ρεαλισμό με τον οποίο οι εκσυγχρονιστές προσέγγισαν τα ήθη και τους θεσμούς του αυτόχθονα(sic) πολιτισμού, χρησιμοποιώντας τους για τους δικούς τους σκοπούς…(Οι απαρχές της συγκρότησης σύγχρονου κράτους 1821-1828).

Σημειώνει ο Κωστής Παπαγιώργης («Η Επανάσταση του 1821 και οι “εκσυγχρονιστές”»):

«Ο τόπος διέθετε, όπως ξέρουμε, προεστούς, ιερείς, αρματολούς, εμπόρους, γιατρούς, τεχνίτες, αλλά πολιτικούς – ούτε για δείγμα. Έτσι μονάχα ο κύκλος της Πίζας κατάφερε να βάλει στο χέρι την πολιτική εξουσία[ ]. Ώστε να στερεί διά της καλάμου από τους στρατιωτικούς ό,τι κέρδιζαν στα πεδία των μαχών… Και τι απέγινε; κατασυκοφάντησε όλους τους αρματολούς της Ρούμελης, δίκασε τον Καραϊσκάκη, εξοβέλισε τον Βαρνακιώτη, τον Μπακόλα και τον Ίσκο ως τουρκόφρονες, επικήρυξε τον Ανδρούτσο… Αυτός ευθύνεται για όλα τα δεινά του Μεσολογγίου».

Αυτό το ζήτημα αγγίζει μια γενετική αντινομία του νεώτερου ελληνισμού. Οι «πολιτικοί», Φαναριώτες όπως ο Μαυροκορδάτος και ο Νέγρης, ή «Αληπασαλήδες», όπως ο Κωλέττης, διέθεταν πολιτική συγκρότηση, ενίοτε και ικανότητες αλλά είχαν ανδρωθεί, σχεδόν αποκλειστικά, κάτω από την οθωμανική εξουσία και είχαν εθιστεί στην κρυψίνοια και τη δουλικότητα, συνδυασμένη με αναλγησία και αμοραλισμό. Επειδή ήταν αδύνατο να αναδειχθούν, «φυσιολογικά», στο πεδίο των μαχών, οδηγούνταν σε σύγκρουση με τους οπλαρχηγούς, προκαλώντας αλλεπάλληλες καταστροφές που συρρίκνωσαν τα όρια και την αυτεξουσιότητα του νέου ελληνικού κράτους.

Βέβαια τις καταστροφές που συσσωρεύονται στο πεδίο των μαχών σπεύδουν να τις «θεραπεύσουν» στο διπλωματικό πεδίο. Όμως, μια Επανάσταση που κινδύνευε ήταν αδύνατο να επιβάλει τους όρους της, εξ ου και η προσφυγή στην «προστασία», στο εξωτερικό, και ο εμφύλιος πόλεμος στο εσωτερικό.

Οι «στρατιωτικοί», όπως ο Κολοκοτρώνης, διέθεταν την ικανότητα να αντιμετωπίσουν νικηφόρα τους Οθωμανούς αλλά δεν είχαν την απαραίτητη παιδεία και τις γνώσεις για να καθοδηγήσουν μια μεγάλη Επανάσταση, ίσως τη σημαντικότερη στην Ευρώπη μετά τη γαλλική. Κέρδισαν τις μάχες στα Δερβενάκια και την Τρίπολη, αλλά ηττήθηκαν πολιτικά και οδηγήθηκαν στη μοιραία παγίδα του εμφυλίου. Έλειπε, όπως τόσες φορές έχουμε επαναλάβει, μια ενιαία επαναστατική ηγεσία, στρατιωτική και πολιτική συνάμα, καθώς ο Καποδίστριας, θα έλθει στην Ελλάδα μόλις το 1827 ενώ ο Αλέξανδρος Υψηλάντης θα παραμένει φυλακισμένος ουσιαστικά μέχρι τον θάνατό του.

Η Επανάσταση θα πορεύεται, στηριγμένη σε δύο πυλώνες, ανταγωνιστικούς αλλά και συμπληρωματικούς. Και σε αυτή την αναγκαία συνύπαρξη στηρίζονται όσοι τολμούν να προτείνουν το προκρούστειο σχήμα που προτάσσει τον ποστέλνικο ως τον δημιουργό ενός «σύγχρονου κράτους», ενάντια σε εκείνους που του… έδιναν υπόσταση με το σπαθί τους.

[1] Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836 / Υπαγόρευσε Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης,σ. 5.

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.